Επικοινωνήστε μαζί μας

Σφάλμα: Η φόρμα επικοινωνίας δε βρέθηκε.

 

Στοιχεία υποβολής περίληψης: 98 / Feb 28, 2025 @ 6:16 PM

Παρουσίαση: Προφορική

Πεδίο: Παιδοενδοκρινολογία

Τίτλος: Υπερινσουλιναιμική υπογλυκαιμία σε βρέφος με σπάνιο γενετικό σύνδρομο

Κείμενο:
Σκοπός. Σκοπός της παρούσας παρουσίασης είναι η περιγραφή θήλεος βρέφους, με διαπιστωθείσα υπερινσουλιναιμική υπογλυκαιμία, που αρχικά παραπέμφθηκε για διερεύνηση λόγω χαμηλών σωματομετρικών και ευρήματος μεσοκολπικής επικοινωνίας κατά τον παιδοκαρδιολογικό έλεγχο. Το βρέφος διαγνώστηκε με υπερινσουλιναιμική υπογλυκαιμία στα πλαίσια KS2. Η υπερινσουλιναιμική υπογλυκαιμία στη βρεφική ηλικία αποτελεί σπάνια κλινική οντότητα που μπορεί να οφείλεται σε ποικίλες μεταλλάξεις γονιδίων ή σε γενετικά σύνδρομα. Μεταξύ των τελευταίων είναι και το σύνδρομο Kabuki (KS), ένα σπάνιο (1/32.000 γεννήσεις), πολυσυστηματικό νόσημα που κληρονομείται με αυτοσωμικό επικρατούντα χαρακτήρα όταν οφείλεται σε μεταλλάξεις στο γονίδιο KMT2D (KS1) ή με φυλοσύνδετο επικρατούντα χαρακτήρα όταν οφείλεται σε μεταλλάξεις του γονιδίου KDM6A (KS2). Χαρακτηρίζεται από ποικίλες κλινικές εκδηλώσεις όπως ιδιαίτερα φαινοτυπικά χαρακτηριστικά, γαστρεντερικές και ορθοπεδικές διαταραχές, υποτονία, ψυχοκινητική καθυστέρηση, οφθαλμολογικές ανωμαλίες, απώλεια ακοής και συγγενή καρδιοπάθεια. Υπερινσουλιναιμική υπογλυκαιμία εμφανίζεται στο ~0,3% των ασθενών αυτών, με μεγαλύτερη συχνότητα στο KS2.

Υλικό. Βρέφος θήλυ 9,5 μηνών προσήλθε στην Κλινική μας για διερεύνηση λόγω χαμηλών σωματομετρικών παραμέτρων (βάρος, ύψος, περίμετρος κεφαλής <3η ΕΘ).

Μέθοδοι. Κατά την αρχική κλινική εξέταση της ασθενούς σε ηλικία 9,5 μηνών, διαπιστώθηκαν ιδιαίτερα φαινοτυπικά χαρακτηριστικά, μικροσωμία και ήπια υποτονία. Επίσης, διαπιστώθηκε υποτροπιάζουσα υπογλυκαιμία στα 30-60 λεπτά μετά τα γεύματα με ελάχιστη τιμή γλυκόζης 21 mg/dL. Διενεργήθηκε εργαστηριακός, ορμονολογικός και απεικονιστικός έλεγχος και εστάλη το κρίσιμο δείγμα σε φάση υπογλυκαιμίας. Επιπλέον, εστάλη γενετικός έλεγχος προς διερεύνηση της συνολικής κλινικοεργαστηριακής εικόνας της ασθενούς.

Αποτελέσματα. Ως προς τα αποτελέσματα του κρίσιμου δείγματος, η μετρήσιμη ινσουλίνη (1,5 μIU/mL) και το c-πεπτίδιο (1,3 ng/mL), παράλληλα με την καταστολή των κετονών αίματος (0,5 mmol/L) και των ελεύθερων λιπαρών οξέων (1,1 mmol/L), καθώς και με την απουσία οξέωσης (HCO3: 18  mmol/L) και τη θετική δοκιμασία γλυκαγόνης έθεσαν τη διάγνωση της υπερινσουλιναιμικής υπογλυκαιμίας. Λόγω των χαμηλών σωματομετρικών και προς αποκλεισμό επιπλέον αιτίων υπογλυκαιμίας, καθώς στο κρίσιμο δείγμα τόσο η GH, όσο και η κορτιζόλη ήταν σε χαμηλά επίπεδα, έγινε δοκιμασία κλονιδίνης και γλυκαγόνης με φυσιολογικά αποτελέσματα. Κατά τον γενετικό έλεγχο (whole exome sequencing) ανιχνεύτηκε περιγραφόμενη για πρώτη φορά, πιθανή de novo, παθογόνος παραλλαγή σε ετεροζυγωτία στο γονίδιο KDM6A καθώς και variant of uncertain significance (VUS) παραλλαγή σε ετεροζυγωτία στο γονίδιο του υποδοχέα της ινσουλίνης INSR. Με βάση τα παραπάνω, έγινε έναρξη αγωγής με διαζοξείδη (5 mg/kg/d) και υδροχλωροθειαζίδη (1 mg/kg/d) με σταδιακή τιτλοποίηση. Η ασθενής παρουσίασε σταδιακή βελτίωση των προγευματικών επιπέδων γλυκόζης (59 – 116 mg/dl) και επιμήκυνση των διαστημάτων μεταξύ των σιτίσεων χωρίς υπογλυκαιμία. Πλέον βρίσκεται σε δόση 8,8 mg/kg/d χωρίς επιπλοκές από τη θεραπεία (κατακράτηση υγρών, πνευμονική υπέρταση, υπερτρίχωση, ουδετεροπενία, θρομβοπενία, υπερουριχαιμία) με πιθανή περαιτέρω αναπροσαρμογή.

Συμπέρασμα. Σε βρέφη με υποτροπιάζοντα επεισόδια υπογλυκαιμίας, ο προσδιορισμός της αιτίας των επεισοδίων αυτών είναι σημαντικός καθώς καθορίζει τη θεραπευτική προσέγγιση και τη μακροπρόθεσμη διαχείριση του ασθενούς. Όταν, δε, αυτά συνοδεύονται από ιδιαίτερα φαινοτυπικά ευρήματα, θα πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο ύπαρξης κάποιου γενετικού συνδρόμου, συμπεριλαμβανομένου του KS, μέσω κατάλληλου γενετικού ελέγχου. Η έγκαιρη διάγνωση μπορεί να συμβάλει στη βελτιστοποίηση της θεραπείας και την πρόληψη πιθανών επιπλοκών.

 

Σημειώσεις:


© inspired by lynx