Στοιχεία υποβολής περίληψης: 99 / Feb 28, 2025 @ 7:04 PM
Παρουσίαση: Προφορική ή Αναρτημένη
Πεδίο: Σακχαρώδης Διαβήτης
Τίτλος: Μονογονιδιακός σακχαρώδης διαβήτης: Μία ετερογενής κλινική οντότητα. Παρουσίαση περιστατικών
Κείμενο:
Εισαγωγή. O μονογονιδιακός σακχαρώδης διαβήτης (ΣΔ) αποτελεί μία σπάνια, ετερογενή κλινική οντότητα, που περιλαμβάνει άτομα τα οποία συχνά ταξινομούνται εσφαλμένα ως ΣΔ1 ή ΣΔ2. Η παρούσα εργασία παρουσιάζει 3 περιπτώσεις μονογονιδιακού ΣΔ, αναδεικνύοντας την κλινική ετερογένεια και τις σύγχρονες προκλήσεις κατά την διαφορική διάγνωση.
Περιστατικό 1. Άνδρας 47 ετών με ΣΔ που διαγνώστηκε στα 34 έτη, έπειτα από τυχαίο έλεγχο. Ο ασθενής ήταν ασυμπτωματικός, είχε BMI 26,2 kg/m2 και απουσία συνδρομικών χαρακτηριστικών. Τέθηκε αρχικά σε αγωγή με μετφορμίνη και εμπαγλιφλοζίνη, αλλά λόγω ανεπαρκούς γλυκαιμικής ρύθμισης προστέθηκε λιραγλουτίδη και βασική ινσουλίνη. Από το ιστορικό, αναφέρεται ότι η μητέρα πάσχει επίσης από ΣΔ (ηλικία διάγνωσης 30 ετών). Ο ασθενής εισήχθη στην Ενδοκρινολογική Κλινική για επιβεβαίωση του τύπου του ΣΔ. Από τον έλεγχο διαπιστώθηκε σχετικά καλή ρύθμιση (Hba1c 7.1 %) χωρίς συνύπαρξη επιπλοκών σχετιζόμενων με ΣΔ. Ο ανοσολογικός έλεγχος (GAD, IA2, ZnT8A) ήταν αρνητικός, ενώ κατά την δοκιμασία διέγερσης με γλυκαγόνη τα επίπεδα C-πεπτιδίου δεν παρουσίασαν σημαντική αύξηση (C-pep 6’: 0,96 ng/ml). Λόγω ισχυρής ένδειξης μονογονιδιακού ΣΔ (Exeter Calculator: 15.1%) ο ασθενής υπεβλήθη σε γενετικό έλεγχο με ανάδειξη σε ετεροζυγωτία μιας πιθανά παθογόνου παραλλαγής (c. 130G>A, p.Gly44Arg) στο γονίδιο INS, μητρικής προέλευσης. Η συγκεκριμένη παραλλαγή συνδέεται με MODY 10 και νεογνικό διαβήτη.
Περιστατικό 2. Άνδρας 39 ετών με ΣΔ που διαγνώστηκε προ 2ετίας με συμπτώματα πολυουρίας, πολυδιψίας και απώλειας βάρους,. Τέθηκε αρχικά σε αγωγή με μετφορμίνη και βασική ινσουλίνη. Παραπέμφθηκε στα εξωτερικά ιατρεία για διερεύνηση του τύπου ΣΔ, καθώς ήταν νορμοβαρής (BMI22,8 kg/m2) και είχε θετικό οικογενειακό ιστορικό ΣΔ. Από τον γενόμενο έλεγχο διαπιστώθηκε επαρκής ενδογενής έκκριση ινσουλίνης (επίπεδα C-pep 2 ng/ml κατά την δοκιμασία γλυκαγόνης) και οριακά θετικά anti-GAD (21 ΦΤ <20U/ml). Θεωρήθηκε αρχικά ως πιθανός ΣΔ1 (στάδιο 2), χωρίς ωστόσο να αποκλειστεί η πιθανότητα μονογονιδιακού ΣΔ (Exeter Calculator: 8.6%). Κατά την αλληλούχιση εξωνίων του γονιδιώματος ανιχνεύτηκε μια παθογόνος παραλλαγή (m.3243A>G) στο γονίδιο ΜΤ-TL1 το οποίο σχετίζεται με τη νόσο MELAS, σε ποσοστό ετεροπλασμίας 26,3%. Περαιτέρω έλεγχος για χαρακτηριστικά του συνδρόμου ανέδειξε μικτού τύπου βαρηκοΐα άμφω.
Περιστατικό 3. Άνδρας 43 ετών παραπέμφθηκε στο διαβητολογικό μας ιατρείο λόγω διαταραγμένης γλυκόζης νηστείας (IFG) σε τυχαίο έλεγχο (Glu = 122 mg/dl, Hba1c 6.1%) προ 5μήνου, με χαμηλά επίπεδα C πεπτιδίου ( 0,6 ng/ml). Ο ασθενής ήταν ασυμπτωματικός, νορμοβαρής (ΒΜΙ 20,5 kg/m2), χωρίς συνδρομικά χαρακτηριστικά. Αναφέρεται θετικό οικογενειακό ιστορικό ΣΔ. Κατά τον επανέλεγχο διαπιστώθηκε IFG, φυσιολογικό C πεπτίδιο με φυσιολογική ανταπόκριση κατά την δοκιμασία γλυκαγόνης (C-pep 0’ : 1,33 ng/ml και C -pep 6’: 3,46 ng/ml). Ο έλεχγος αυτοαντισωμάτων (Anti-GAD/Anti-ICA/Anti-IAA/Anti-IA2/Anti-ZnT8A) ήταν αρνητικός. O γενετικός έλεγχος ανέδειξε σε ετεροζυγωτία μία παραλλαγή αβέβαιης κλινικής (c2267G>A, p. Arg756His) στο WFS1 (Wolfram-likeSyndrome).
Συμπέρασμα. Ο γενετικός έλεγχος συμβάλλει σημαντικά στην ακριβή ταξινόμηση του ΣΔ σε άτυπες περιπτώσεις. Η σωστή διάγνωση αποτελεί προϋπόθεση για την εφαρμογή εξατομικευμένων θεραπευτικών στρατηγικών, με στόχο την βέλτιστη γλυκαιμική ρύθμιση, την αναγνώριση κλινικά σημαντικών μακροχρόνιων συνδρομικών εκδηλώσεων και τη γενετική συμβουλευτική.
Σημειώσεις: